ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ
Η ρήξη του Αχιλλείου είναι πάντα τραυματική και εμφανίζεται σχεδον αποκλειστικά σε άντρες. Η κλασσική ηλικία είναι μεταξύ 30-50 ετών και χαρακτηριστικό είναι ότι πριν από την ρήξη ο ασθενής είναι συνήθως υγιέστατος.
Ο κλασσικός μηχανισμός της ρήξης είναι ένα απότομο sprint με ξαφνική σύσπαση του τένοντα.
Το ιστορικό που δίνει ο ασθενής είναι πάντα το ίδιο :
“Γιατρέ εκεί που πήγαινα να τρέξω, ξαφνικά κάποιος μου πέταξε από πίσω μια πέτρα, χαμηλά στη γάμπα - γύρισα να δω ποιος ήταν αλλά δεν υπήρχε κανείς”. Το ιστορικό αυτό επαναλαμβάνεται τόσο μονότονα που μπορεί σχεδόν να κάνει κανείς διάγνωση ρήξης Αχιλλείου από το τηλέφωνο. Καμια φορά υπάρχει και η παραλλαγή “γιατρέ εκεί που πήγαινα να τρέξω, κάποιος με κλώτσησε από πίσω - γύρισα αλλά δεν είδα κανένα”.
Αυτό που είναι χαρακτηριστικό είναι ότι οι χρόνιες τενοντίτιδες ή παρατενοντίτιδες του Αχιλλείου σχεδόν ποτέ δεν καταλήγουν σε ρήξη. Αντίθετα όλες οι ρήξεις γίνονται σε ασυμπτωματικούς τένοντες.
Ελαφρώς αυξημένο ρίσκο για ρήξη Αχίλλειου υπάρχει μετά από αντιβιοτική θεραπεία με κινολόνες (π.χ., Ciproxin) ή μακροχρόνια με κορτιζόνη, όπως επίσης και σε ασθενείς οι οποίοι υποβάλουν τον εαυτό τους σε απότομες, υψηλων επιβαρύνσεων προπονήσεις χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ
Κατά την εξέταση του ασθενούς διαπιστώνουμε συχνά ότι είναι περιπατητικός (αν και κουτσαίνει) αλλά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να τρέξει, να ανεβεί σκάλες ή να σηκωθεί στίς μύτες των ποδιών. Όσον αφορά την δύναμη της πελματιαίας κάμψης συχνά βρίσκουμε ότι ένα ποσοστό έχει παραμείνει. Αυτό μπορεί να μπερδέψει έναν μη ειδικό γιατρό ο οποίος θα κάνει την πρώτη εκτίμηση. Ο λόγος που υπάρχει ακόμα δυνατότητα ενεργητικής κάμψης του πέλματος είναι γιατί δουλεύουν ακόμα οι υπόλοιποι, ασθενέστεροι καμπτήρες.
Αυτό που είναι πάντα θετικό σε περίπτωση ολικής ρήξης είναι το τεστ Thomson : παθητική συμπίεση της γάμπας από τον εξεταστή δεν προκαλεί αυτόματη παθητική, πελματιαία κάμψη όπως θα ήταν φυσιολογικό.
ΘΕΡΑΠΕΙΑ
Συντηρητική (μη χειρουργική) αγωγή
Οι οπαδοί της συντηρητικής αγωγής τονίζουν τις πιθανές επιπλοκές του χειρουργείου όπως π.χ., προβλήματα επούλωσης της χειρουργικής τομής, δημιουργία συριγγίου, πρόβλημα συμφύσεων, μικροβιακή φλεγμονή κλπ. Από την άλλη βέβαια, στους Αχίλλειους που δεν χειρουργούνται υπάρχει μεγάλο ποσοστό υποτροπής της ρήξης. Σε παλαιότερες μελέτες η πιθανότητα αυτή - να υπάρξει ξανά ρήξη του τένοντα - έφτανε ως και το 40%. Σήμερα με καλύτερες τεχνικές αποκατάστασης (μείωση του διαστήματος ακινητοποίησης σε γύψο) το ποσοστό υποτροπών έχει μειωθεί - εξακολουθεί ωστόσο να αποτελεί πρόβλημα.
Χειρουργική συρραφή
Στην περίπτωση χειρουργικής συρραφής του Αχιλλείου, αυτό που έχει σημασία είναι να επιτευχθεί κατευθείαν μια δυνατή <επανασυγκόλληση> ώστε η μετεγχειρητική κινητοποίηση να ξεκινήσει όσο το δυνατόν ταχύτερα. Προσωπικά, χρησιμοποιώ τεχνικές συρραφής που δίνουν πολύ υψηλή άμεση σταθερότητα χωρίς <στραγγαλισμό> της αιμάτωσης των μαλακών μορίων (locking stitch - βλ. εικόνα). Με τέτοιου είδους τεχνικές μπορεί να γεφυρωθούν σημαντικά χάσματα χωρίς να χρειαστεί η χρήση επιπλέον ενισχυτικών, συνθετικών υλικών που περιπλέκουν την κατάσταση.
Μετά το χειρουργείο ακινητοποιούμε την ποδοκνημική σε ελαφρά πελματιαία κάμψη με νάρθηκα κάτω του γόνατος. Αλλάζουμε τον νάρθηκα αυτόν με μια ειδική μπότα συνήθως στις 10 ημέρες. Αρχικά χρησιμοποιούνται υποπτέρνια ένθετα μέσα στην μπότα (αυτοκόλλητες <σφήνες>) το ύψος των οποίων μειώνεται σταδιακά μέχρι ολικής αφαίρεσης. Η φυσικοθεραπευτική αγωγή ξεκινάει μετά 2-3 εβδομάδες ενώ η επάνοδος σε αθλητικές δραστηριότητες μπορεί, με επιθετικό πρωτόκολλο αποκατάστασης, να επιτευχθεί στους 4 μήνες.
Η χειρουργική συρραφή προτιμάται γενικά από τους ορθοπαιδικούς γιατί έχει χαμηλό ποσοστό υποτροπής των ρήξεων. Επίσης πετυχαίνει κανείς μετεγχειρητικά αυξημένη μυϊκή δύναμη και αντοχή και οπωσδήποτε η επάνοδος σε αθλητικές δραστηριότητες γίνεται νωρίτερα απ’ ότι στην συντηρητική αγωγή. Σε κάθε περίπτωση η χειρουργική αγωγή θεωρείται θεραπεία επιλογής για νέα και αθλητικώς δραστήρια άτομα.
Τα τελευταία χρόνια έχουν προταθεί και διάφορες minimal χειρουργικές τεχνικές - ουσιαστικά παραλλαγές διαδερμικής συρραφής του τένοντα. Σε αυτές τις τεχνικές αντί να γίνει μια μεγάλη, επιμήκης τομή γίνεται μια σειρά από μικρές τομές στο δέρμα μέσα από τις οποίες μπορεί να περάσει υλικό συρραφής, χωρίς βέβαια να υπάρχει οπτικός έλεγχος στο σημείο της ρήξης. Από κάποιους υποστηρίζεται ότι οι διαδερμικές τεχνικές έχουν αποτελέσματα εφάμιλλα της κλασσικής ανοιχτής συρραφής. Ωστόσο με τις τεχνικές αυτές παρουσιάστηκε - και μάλιστα σε σημαντικό ποσοστό - μια νέα επιπλοκή : τραυματισμός του γαστροκνημιαίου νεύρου (sural nerve).